Ειδική Προστασία Εγκύου Εργαζομένης στον ιδιωτικό τομέα
Μαργαρίτα Στυλ. Βλαστού:Δικηγόρος
Περιγραφή των δικαιωμάτων των εργαζόμενων εγκύων στον ιδιωτικό τομέα. Ποια είναι η προστασία που δικαιούνται έναντι της απόλυσης. Αναφορά στην ειδική προστασία της μητρότητας. Οι χορηγούμενες ειδικές άδειες τοκετού, λοχείας, μητρότητας, ανατροφής τέκνου και οι παροχές που δίνονται υπό το ισχύον εργασιακό πλαίσιο.
Περιεχόμενα
1. Ειδική προστασία εγκύου εργαζομένης στον ιδιωτικό τομέα – Ειδική προστασία από απόλυση
2. Έκταση της προστασίας από απόλυση
3. Ειδική προστασία μητρότητας
4. Χορηγούμενες ειδικές άδειες τοκετού, λοχείας, θηλασμού, διάρκεια αυτών, παροχές
5. Ειδική εξάμηνη άδεια του ΟΑΕΔ
6. Γονική άδεια ανατροφής τέκνου
1. Ειδική προστασία εγκύου εργαζομένης στον ιδιωτικό τομέα – Ειδική προστασία από απόλυση
Η γυναίκα εργαζομένη προστατεύεται από την καταγγελία της εργασιακής της σχέσης τόσο κατά τη διάρκεια της κύησης όσο και κατά τη διάρκεια της λοχείας. Ειδικότερα, η εργαζόμενη γυναίκα προστατεύεται καθ΄ όλη την διάρκεια της κύησης, για 18 μήνες μετά από τον τοκετό και ακόμη και μετά την πάροδο του χρόνου τούτου, εφόσον ασθένησε εξαιτίας της κύησης ή του τοκετού. Είναι δε απολύτως άκυρη η τυχόν απόλυσή της, η οποία γίνεται λόγω ασθενείας της οφειλομένης στην κύηση ή στον τοκετό, καθ΄ όλη την διάρκεια του χρόνου αυτού, ανεξαρτήτως αν ήταν σε γνώση του εργοδότη η κατάσταση της εγκυμοσύνης της εργαζομένης του. Εξαίρεση καθιερώνεται στην περίπτωση συνδρομής σπουδαίου λόγου, ο οποίος όμως δεν μπορεί να έχει ως αιτία ή αφορμή την τυχόν μειωμένη απόδοση της εγκύου εργαζομένης εκ του λόγου της εγκυμοσύνης της. Όπως δε έχει κριθεί, η εν λόγω ρύθμιση περιέχεται σε τυπικό νόμο ο οποίος εισάγει κανόνα αναγκαστικού δικαίου και δεν επιτρέπεται να θεσπισθεί με Υπουργική Απόφαση η δυνατότητα οποιουδήποτε εργοδότη να απολύει εργαζόμενες γυναίκες, οι οποίες ευρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης ή λοχείας χωρίς την συνδρομή σπουδαίου λόγου. Η προστασία αυτή υφίσταται, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όσο και για το, κατ΄ αρχήν, βασικό χρονικό διάστημα των 18 μηνών μετά τον τοκετό ή για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα λόγω ασθένειας, το οποίο οφείλεται στην κύηση ή στον τοκετό, αρκεί να υπήρξε εγκυμοσύνη και τοκετός, και μάλιστα ανεξαρτήτως εάν ο εργοδότης γνώριζε ή όχι την εγκυμοσύνη αυτή. Τα ανωτέρω δε, ισχύουν ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία το έμβρυο γεννήθηκε νεκρό.
Ως σπουδαίος λόγος για την καταγγελία της σχέσης εργασίας της εργαζομένης εγκύου, λεχώνας κ.λπ., θεωρούνται ένα ή περισσότερα περιστατικά, τα οποία, κατ΄ αντικειμενική κρίση, καθιστούν, κατά τη συναλλακτική καλή πίστη, μη ανεκτή από τον εργοδότη την εξακολούθηση της εργασιακής σχέσης, ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή ανυπαρξίας πταίσματος της εγκύου εργαζομένης. Σημειώνεται δε, ότι η καλή πίστη δεν απαιτεί την με κάθε τίμημα και θυσία ανοχή του εργοδότη μέχρι την λήξη των ανωτέρω προθεσμιών, αλλά θέτει ορισμένα όρια ανοχής, η υπέρβαση των οποίων δικαιολογεί την απαλλαγή από την ως άνω συμβατική δέσμευση. Συνεπώς, η ουσιώδης παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεων από την έγκυο ή την λεχώνα κλ.π., αποτελεί σπουδαίο λόγο καταγγελίας, χωρίς να απαιτείται αναγκαίως και υπαιτιότητα. Τέτοιο σπουδαίο λόγο συνιστά και η θέση της επιχείρησης του εργοδότη σε στάδιο εκκαθάρισης. Η διατήρηση δε, άλλου υπαλλήλου στην ίδια θέση με την απολυθείσα, δεν καθιστά καταχρηστική την απόλυση, εάν ο διατηρηθείς εργαζόμενος είναι προϊστάμενος της απολυθείσας εγκύου. Το ίδιο ισχύει και όταν η εργοδοτική επιχείρηση διακόψει οριστικά την λειτουργία υποκαταστήματός της, στο οποίο υπηρετεί η έγκυος εργαζομένη, ή μεταφέρει την επιχειρηματική της δραστηριότητα σε άλλον τόπο. Δεν συνιστά, όμως, τέτοιο σπουδαίο λόγο, η μόνιμη και σταθερή πτώση του κύκλου των εργασιών του εργοδότη και η ανάγκη συρρικνώσεως του προσωπικού αυτού, αφού θα μπορούσε να μετατεθεί η εγκυμονούσα εργαζομένη σε άλλο τμήμα της επιχειρήσεως. Πάντως, η παράλειψη της απολυθείσας εγκύου εργαζομένης να αποκαλύψει στον εργοδότη της την κατάσταση της εγκυμοσύνης της, κατά την ημέρα που της ανακοινώθηκε η απόλυσή της, και η μετά την απόλυσή της, γνωστοποίηση της ήδη υπάρχουσας εγκυμοσύνης της, δεν συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά της απολυθείσας και δεν καταλύει το δικαίωμά της να ζητήσει την ακύρωση της απόλυσής της.
2. Έκταση της προστασίας από απόλυση
Η απαγόρευση της καταγγελίας ισχύει και επί απλής (άκυρης) σχέσης εργασίας της εγκυμονούσας. Και ναι μεν στην περίπτωση καταγγελίας άκυρης σχέσης εργασίας, ο εργοδότης έχει μεν την υποχρέωση να καταβάλει στον απολυόμενο εργαζόμενο τη νόμιμη αποζημίωση, αλλά δεν καθίσταται υπερήμερος εργοδότης, επομένως δεν οφείλει μισθούς υπερημερίας, ούτε έχει την υποχρέωση να ανεχθεί τη συνέχιση της παράνομης σχέσης εργασίας, πλην όμως, στην περίπτωση εγκύου εργαζομένης, τούτο δεν ισχύει, καθόσον, στην αντίθετη περίπτωση, η σχετική προστασία της θα ήταν ανύπαρκτη. Συνεπώς, η απαλλαγή αυτή του εργοδότη δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα προστασίας της εγκύου πριν και μετά τον τοκετό.
Από την διάταξη του άρθρου 15 παρ. 1 του Ν 1483/1984 προκύπτει ότι η προστασία την οποία παρέχει αυτή, ισχύει για την εργαζόμενη γυναίκα τόσον με σύμβαση εργασίας αορίστου όσον και ορισμένου χρόνου. Στη δεύτερη, όμως, περίπτωση η προστασία αυτή δεν μπορεί να παραταθεί πέραν του χρόνου της συμβατικής λήξης της ορισμένου χρόνου εργασιακής σχέσης.
3. Ειδική προστασία μητρότητας
Η προστασία της μητρότητας ρυθμίζεται από το Ν 1302/1982 , με τον οποίο επικυρώθηκε η υπ΄ αριθμ. 103/52 ΔΣΕ για την προστασία της μητρότητας. Σχετική είναι και η διάταξη του άρθρου 7 της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ, σύμφωνα με την οποία, τα Κράτη-Μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε οι εργαζόμενες, διαρκούσης της εγκυμοσύνης, καθώς και για ένα χρονικό διάστημα μετά τον τοκετό, να μην είναι υποχρεωμένες να εκτελούν νυχτερινή εργασία. Η άδεια μητρότητας έχει διάρκεια 17 εβδομάδων, από τις οποίες οι 8 εβδομάδες χορηγούνται υποχρεωτικώς πριν από την πιθανή ημερομηνία τοκετού και οι υπόλοιπες 9 εβδομάδες μετά τον τοκετό. Εάν τελικώς ο τοκετός πραγματοποιηθεί νωρίτερα από το χρονικό σημείο κατά το οποίο είχε πιθανολογηθεί η επέλευσή του, τότε όλη η υπολειπόμενη διάρκειά της, μέχρι την συμπλήρωση συνολικού χρόνου 17 εβδομάδων, χορηγείται στην εργαζομένη μετά τον τοκετό. Ανάλογα ισχύουν και στην περίπτωση που η εργαζόμενη δεν έκανε χρήση όλης της αδείας κύησης. Το τμήμα της εν λόγω αδείας που προηγείται του τοκετού μπορεί να υπερβεί τις 8 εβδομάδες εάν η εργαζομένη γυναίκα, εξαιτίας επιπλοκών της κύησής της, αναγκασθεί να παραμείνει κλινήρης, και τούτο πιστοποιηθεί από σχετική ιατρική βεβαίωση. Αναλόγως ισχύουν και για την διάρκειά της, στο διάστημα που έπεται του τοκετού. Σε περίπτωση τοκετού πραγματοποιούμενου σε μεταγενέστερο χρόνο εκείνου που πιθανολογείται, η άδεια μητρότητας παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς αυτή η παράταση να συνεπάγεται την αντίστοιχη μείωση της αδείας, την οποία η εργαζόμενη δικαιούται μετά τον τοκετό, οπότε η συνολική άδεια τοκετού υπερβαίνει σε μια τέτοια περίπτωση, τον χρόνο των 17 εβδομάδων. Για την αμοιβή του χρόνου της αδείας μητρότητος από τον εργοδότη εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 657 και 658 ΑΚ, δεδομένου ότι και ο τοκετός θεωρείται ως ανυπαίτιο κώλυμα παροχής της εργασίας, όπως η ασθένεια, το εργατικό ατύχημα κ.λπ. Συνεπώς, ο εργοδότης δικαιούται από τις αποδοχές του ενός (1) ή του ημίσεως μηνός (κατά τις διακρίσεις των ανωτέρω άρθρων) να αφαιρέσει τα ποσά τα οποία τυχόν καταβλήθηκαν στην εργαζομένη για την ίδια αιτία δυνάμει υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφάλισής της. Για την επιδότηση λόγω μητρότητας από το ΙΚΑ, δηλαδή την επιδότηση λόγω κυοφορίας, προβλέπουν διατάξεις του άρθρου 39 του ΑΝ 1846/1951 και οι διατάξεις των άρθρων 35 και 36 του Κανονισμού Ασθενείας του ΙΚΑ. Επισημαίνεται ότι αφαιρούνται μόνο τα επιδόματα ασθένειας, όχι τα επιδόματα ΟΑΕΔ.
4. Χορηγούμενες ειδικές άδειες τοκετού, λοχείας, θηλασμού, διάρκεια αυτών, παροχές
Οι γυναίκες, που είναι ασφαλισμένες σε Οργανισμούς Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, έχουν δικαίωμα επιδόματος μητρότητας 119 συνολικά ημερών, από τις οποίες οι 56 θα πρέπει να είναι πριν τον τοκετό και οι 63 μετά. Οι ασφαλισμένες εργαζόμενες γυναίκες έχουν δικαίωμα των συμπληρωματικών παροχών μητρότητας από τον ΟΑΕΔ για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα από τον χρόνο κυοφορίας και λοχείας (δηλαδή μετά την εξάντληση των χρονικών προϋποθέσεων των άρθρων 657 και 658 ΑΚ και μέχρι την συμπλήρωση των χρονικών ορίων της υποχρεωτικής άδειας των 17 εβδομάδων). Οι εν λόγω συμπληρωματικές παροχές μητρότητας του ΟΑΕΔ αφαιρούνται από τις αποδοχές που καταβλήθηκαν στις γυναίκες της ανωτέρω κατηγορίας από τον εργοδότη τους, κατά τις διατάξεις των άρθρων 657 και 658 ΑΚ.
Οι γυναίκες που βρίσκονται σε άδεια τοκετού, έχουν δικαίωμα να μισθοδοτούνται, με τους όρους και τις διακρίσεις των άρθρων 657-658 ΑΚ. Από τις εν λόγω αποδοχές τους εκπίπτουν εκείνα τα ποσά, τα οποία η γυναίκα λαμβάνει με βάση την υποχρεωτική από το νόμο ασφάλιση. Στις περιπτώσεις αυτές εκπίπτει το επίδομα κύησης ή λοχείας. Δεν εκπίπτει όμως το βοήθημα τοκετού (στις περιπτώσεις που καταβάλλεται), γιατί αυτό θεωρείται ότι αποτελεί ασφαλιστική παροχή σε είδος, δηλαδή λογίζεται ως ιατρική περίθαλψη, έστω και αν καταβάλλεται σε χρήμα.
΄Αδεια απουσίας λόγω θηλασμού: Η εργαζομένη γυναίκα, για τις ανάγκες του θηλασμού και τις αυξημένες φροντίδες τις οποίες έχει ανάγκη το νεογέννητο στα πρώτα στάδια της ζωής του, έχει δικαίωμα για χρονικό διάστημα τριάντα (30) μηνών από τη λήξη της άδειας λοχείας, είτε να προσέρχεται μία ώρα αργότερα, είτε να αποχωρεί κατά μία ώρα νωρίτερα κάθε ημέρα. Ο χρόνος αυτός της μιας ώρας θεωρείται πάντοτε ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας. Εναλλακτικώς, με συμφωνία του εργοδότη, το ημερήσιο ωράριο των μητέρων μπορεί να ορίζεται μειωμένο κατά δύο ώρες ημερησίως για τους πρώτους 12 μήνες και σε μία ώρα για έξι (6) επί πλέον μήνες. Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του τέκνου, δικαιούται και ο πατέρας εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα, προσκομίζοντας στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας του τέκνου. Το δικαίωμα βραδείας προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας και εναλλακτικώς του πατέρα για την φροντίδα του τέκνου, έχουν και οι θετοί γονείς τέκνου ηλικίας ως έξι (6) ετών, υπό τους ίδιους ως άνω όρους των φυσικών γονέων και χρονική αφετηρία την υιοθεσία. Την άδεια φροντίδας τέκνου δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς. Η άδεια φροντίδας του τέκνου, θεωρείται και αμείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν πρέπει να προκαλεί δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις. Η άδεια χορηγείται για τη φροντίδα του τέκνου και είναι ακριβώς η ίδια, από άποψη χρονικής διάρκειας και όταν η μητέρα έχει αποκτήσει δίδυμα ή και τρίδυμα, αφού στη διάταξη δεν γίνεται σχετική διάκριση. Εάν κατά τη διάρκεια της αδείας αυτής η μητέρα περιέλθει εκ νέου σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η χορηγηθείσα για το πρώτο τέκνο άδεια φροντίδας θα διαρκέσει μέχρι να λάβει η γυναίκα την άδεια τοκετού και λοχείας (17 συνολικώς εβδομάδες), μετά δε από την λήξη της αδείας λοχείας και την επιστροφή της στην εργασία, θα χορηγηθεί άδεια φροντίδας για το νέο πλέον τέκνο, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, υπολογιζόμενο από το χρονικό σημείο του τοκετού του νέου τέκνου. Η άδεια φροντίδας τέκνου, συνισταμένη σε μείωση του ωραρίου εργασίας, χορηγείται για συγκεκριμένο σκοπό και προϋποθέτει την παροχή εργασίας από την μητέρα. Συνεπώς, παύει να οφείλεται και δεν μετατρέπεται σε χρηματική αξίωση, όταν η σύμβαση εργασίας λυθεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπον. Εάν, εν συνεχεία, η μητέρα αναλάβει εργασία σε άλλον εργοδότη, δικαιούται να κάνει χρήση της αδείας αυτής για το απομένον διάστημα.
5. Ειδική εξάμηνη άδεια του ΟΑΕΔ
Ειδική 6μηνη ΄Αδεια: Στο πλαίσιο της λήψης μέτρων για την προστασία της μητρότητας, θεσπίστηκε η παροχή αυτή με διάταξη της εργατικής νομοθεσίας (άρθρο 142 Ν 3655/2008 ), η οποία έχει ως εξής: «Η μητέρα που είναι ασφαλισμένη του Ι.Κ.Α. και εργάζεται με σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, μετά τη λήξη της άδειας λοχείας και της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο άδειας, όπως προβλέπεται από το άρθρο 9 της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. των ετών 2004-2005, δικαιούται να λάβει ειδική άδεια μητρότητας έξι (6) μηνών. Αν δεν κάνει χρήση της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο άδειας, η μητέρα δικαιούται αμέσως μετά τη λήξη της άδειας λοχείας την ως άνω ειδική άδεια προστασίας της μητρότητας, στη συνέχεια δε και το μειωμένο ωράριο που προβλέπεται από το άρθρο 9 της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. του έτους 1993, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Κατά τη διάρκεια της ως άνω ειδικής άδειας, ο Ο.Α.Ε.Δ. υποχρεούται να καταβάλλει στην εργαζόμενη μητέρα μηνιαίως ποσό ίσο με τον κατώτατο μισθό, όπως κάθε φορά καθορίζεται με βάση την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., καθώς και αναλογία δώρων εορτών και επιδόματος αδείας με βάση το προαναφερόμενο ποσό. Σε περίπτωση απασχόλησης μέχρι και 4 ώρες ημερησίως ή μέχρι 1 ημέρες το μήνα, κατά τη διάρκεια του εξαμήνου, που προηγείται της άδειας κυοφορίας, το καταβαλλόμενο από τον Ο.Α.Ε.Δ. ποσό ισούται με το μισό τον καθοριζόμενου ανωτέρω. Ο χρόνος της ειδικής άδειας προστασίας της μητρότητας λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στους κλάδους κύριας σύνταξης και ασθένειας του Ι.Κ.Α., καθώς και στους οικείους φορείς επικουρικής ασφάλισης, οι δε προβλεπόμενες εισφορές υπολογίζονται επί του κατά περίπτωση αναφερόμενου παραπάνω ποσού, από το οποίο ο Ο.Α.Ε.Δ. παρακρατεί την προβλεπόμενη εισφορά ασφαλισμένου και την αποδίδει στους αρμόδιους φορείς μαζί με την προβλεπόμενη εισφορά εργοδότη που βαρύνει τον Ο.Α.Ε.Δ. (άρθρο 36 παρ. 3 Ν 3996/2011 )». Σύμφωνα με τα ανωτέρω, για την λήψη της ειδικής αυτής παροχής εκ του ΟΑΕΔ, η εργαζόμενη μητέρα υποβάλει αίτηση εντός εξήντα (60) ημερών από τη λήξη της άδειας μητρότητας (τοκετού και λοχείας), της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο αδείας ή και της ετήσιας κανονικής άδειας. Εξυπακούεται ότι πρέπει να έχει ενεργή σύμβαση εργασίας, ενώ πρέπει να έχει λάβει επίδομα μητρότητας από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Το εν λόγω δικαίωμα δεν αναγνωρίζεται στην περίπτωση υιοθεσίας τέκνου.
6. Γονική άδεια ανατροφής τέκνου
Η διάρκεια της γονικής άδειας ανατροφής τέκνου είναι τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών κατ΄ έτος (δυνάμενη να ληφθεί ολόκληρη ή τμηματικώς), χωρίς αποδοχές, για τον κάθε ένα από τους εργαζομένους γονείς, χωρίς δυνατότητα μεταβίβασης του σχετικού δικαιώματος, δεδομένου ότι είναι ατομικό. Για την χορήγησή της πρέπει να πρόκειται για εργαζόμενο με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, να έχει συμπληρώσει ο εργαζόμενος χρόνο υπηρεσίας 1 έτους στον ίδιο εργοδότη, ο υπολογισμός του οποίου γίνεται με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο υπολογίζεται ο χρόνος βάσης για την χορήγηση της κανονικής αδείας αναψυχής, να εργάζεται ο άλλος γονέας εκτός οικογενειακής οικίας, ανεξαρτήτως της εργασίας με την οποία απασχολείται (δηλ. ως δημόσιος υπάλληλος, ως ασκών επιχειρηματική δραστηριότητα, κ.λπ.) και εάν ο άλλος γονέας παραμένει στην οικογενειακή οικία, τούτο να οφείλεται σε αποδεδειγμένη ασθένεια ή αναπηρία, που σημαίνει ότι και αυτός έχει ανάγκη φροντίδας, να έχει λήξει η άδεια μητρότητας, την οποία δικαιούται η μητέρα εργαζομένη και να μην έχει συμπληρώσει το τέκνο ηλικία 6 ετών, μετά τη συμπλήρωση της οποίας η εν λόγω άδεια λήγει. Είναι αδιάφορο εάν οι γονείς απασχολούνται στον ίδιο εργοδότη, με πλήρη ή με μειωμένη απασχόληση. Στην περίπτωση αυτή οι γονείς επιλέγουν ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση αυτής. Η τυχόν άρνηση του εργοδότη να χορηγήσει την εν λόγω άδεια, παρ΄ όλο που ζητήθηκε σχετικώς, τον καθιστά υπερήμερο. Η χορήγηση της γονικής άδειας ανατροφής είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση του δικαιούχου εργαζομένου – γονέα. Γι΄ αυτό, ο εργοδότης δεν μπορεί να τον εξαναγκάσει στην λήψη της, εάν ο τελευταίος δεν το επιθυμεί Το προκείμενο δικαίωμα καλύπτει όχι μόνο τα τέκνα τα οποία γεννήθηκαν σε νόμιμο γάμο των γονέων τους, αλλά και τα αναγνωρισμένα, τα νομιμοποιημένα και τα θετά. Ο χρόνος αποχής από την εργασία λόγω γονικής αδείας ανατροφής λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τον υπολογισμό των πάσης φύσεως αποδοχών του εργαζόμενου γονέα (επιδομάτων προϋπηρεσίας κλπ), για την χορήγηση της ετήσιας κανονικής αδείας αναψυχής, καθώς και για τον υπολογισμό της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσής του.
Comments
Comments are closed.