Του Γιώργου Δαλιάνη*, με τη συνεργασία του Διονύση Σαμόλη** και της Νίκης Χατζοπούλου***
Πρόσφατα εισήχθη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μία πρόταση Οδηγίας που στοχεύει στην ενίσχυση του ήδη θεσπισμένου πλαισίου αποτροπής της κατάχρησης οντοτήτων – κέλυφος για φορολογικούς σκοπούς (με τη μορφή προτεινόμενης οδηγίας της ΕΕ που αναφέρεται ως «ATAD 3»).
Σε γενικές γραμμές, μια οικονομική οντότητα «κέλυφος» είναι μια οντότητα που στερείται ουσιαστικής επιχειρηματικής δραστηριότητας η οποία χρησιμοποιείται ως όχημα για κατάχρηση της φορολογικής νομοθεσίας και απόκτηση φορολογικών πλεονεκτημάτων. Η προτεινόμενη οδηγία απευθύνεται σε εταιρείες συμμετοχών που εδρεύουν στην Ε.Ε. που διεκδικούν οφέλη βάσει των συμβάσεων διπλής φορολογίας και άλλων οδηγιών της ΕΕ, αλλά στερούνται ελάχιστης οικονομικής ουσίας, είναι επί της ουσίας επίπλαστες.
Η νέα οδηγία έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι εταιρίες αυτές δεν θα είναι σε θέση να επωφεληθούν από ορισμένα προνόμια Ευρωπαϊκών οδηγιών και των συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας. Ο σαφής στόχος είναι να αποτραπεί η χρήση εικονικών οντοτήτων για φορολογικούς σκοπούς ή για σκοπούς φοροδιαφυγής.
Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να εφαρμόσουν τα προτεινόμενα μέτρα στην εθνική φορολογική τους νομοθεσία έως τις 30 Ιουνίου 2023 με εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Γενικά για τις offshore
Η ελληνική ορολογία για τις offshore είναι «εξωχώριες εταιρείες». Οι εταιρείες αυτές ιδρύονται και δραστηριοποιούνται αποκλειστικά σε κράτη με ιδιαίτερη φορολογική μεταχείριση ή ακόμα και πλήρη απαλλαγή από φορολογία (π.χ. Παναμάς, Λιβερία, Νησιά Κέιμαν κ.ά.). Είναι οι οικονομικές οντότητες που θεωρείται πως δημιουργήθηκαν για ένα συγκεκριμένο σκοπό, συνήθως βραχυπρόθεσμο και δεν διαπνέονται από την γενικά παραδεκτή αρχή του συνεχούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Στην αρχή κάθε έτους δημοσιεύεται μια λίστα με τις χώρες που φιλοξενούν τέτοιες εταιρείες και μερικές από τις οποίες αποκαλούνται και μη συνεργάσιμες.
Η προτεινόμενη Οδηγία καταλαμβάνει και τα κράτη προνομιακού φορολογικού καθεστώτος (της Ε.Ε.), τα οποία είναι τα κράτη στα οποία ο συντελεστής φορολογίας είναι μικρότερος κατά 60% από τον ισχύοντα φορολογικό συντελεστή της Ελλάδας. Τέτοιες χώρες είναι π.χ.:
• Η Βουλγαρία με 10% φορολογικό συντελεστή
• Η Κύπρος με 12,5%
• Η Ιρλανδία με 12,5%
Βλέπουμε δηλαδή πως όταν μια επιχείρηση δραστηριοποιείται σε χώρα με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, αυτό δεν συνεπάγεται πως είναι και offshore, αφού οι offshore συγκεντρώνουν ορισμένα χαρακτηριστικά ώστε να χαρακτηριστούν ως τέτοιες (ιδρύθηκαν για συγκεκριμένο σκοπό, μικρή διάρκεια ζωής, ιδιαιτερότητες σε θέματα πρόσληψης προσωπικού κ.ά.).
Από την εποχή της οικονομικής κρίσης και της υπέρμετρης επιβάρυνσης με φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, πολλές Ελληνικές επιχειρήσεις, στην αναζήτηση πρόσβασης στο τραπεζικό σύστημα, για αντιμετώπιση της ρευστότητας, για οργανωτικούς λόγους, αλλά και για καθαρά φορολογικούς σκοπούς, προσπαθούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα σε άλλα κράτη, κυρίως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κυρίως Κύπρο).
Η φορολογική αντιμετώπιση των offshore από την Ελληνική νομοθεσία
Στα καθ’ ημάς, στα πλαίσια της ανασφάλειας που επικρατεί λόγω της υψηλής φορολογίας, πολλοί επιχειρηματίες αναζητούν λύσεις για την διασφάλιση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεών τους. Μεταξύ των λύσεων που διαφημίζονται είναι και η ίδρυση εταιρειών σε άλλα κράτη (π.χ. Βουλγαρία και Κύπρος) με ευνοϊκότερη φορολογία.
Ωστόσο, προτού κανείς προβεί στην εν λόγω λύση, είναι σκόπιμο να λάβει υπόψη όλες τις υφιστάμενες παραμέτρους, καθώς μία τέτοια κίνηση δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση «πανάκεια», όπως διάφοροι χωρίς αίσθημα επαγγελματικής ευθύνης μπορεί να διαφημίζουν, με σκοπό φυσικά την απόσπαση χρηματικών ποσών ως αμοιβής.
Όπως θα εξετάσουμε και στο παρόν άρθρο, ένα αρκετά σύνηθες όχημα που χρησιμοποιείται από όσους προσπαθούν να κάνουν μεταφορά των κερδών στο εξωτερικό είναι οι εταιρείες Holding (επενδύσεων χαρτοφυλακίου). Εταιρείες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο σύμφωνα με το άρθρο 63 του ν. 4172/2013, αλλά και σύμφωνα με την ισχύουσα Σ.Α.Δ.Φ., φορολογούνται στην χώρα της καταστατικής τους έδρας.
Ο ορισμός του ποιες εταιρείες είναι συνδεδεμένες και άρα αποτελούν μέλη ομίλου επιχειρήσεων βρίσκεται στο άρθρο 2 του ν. 4172/2013. Έστω στις εταιρείες Α, Β και Γ ένα ποσοστό του κεφαλαίου τους 40% για την κάθε μία ανήκει στην εταιρεία Δ. Οι εταιρείες Α, Β, Γ και Δ είναι συνδεδεμένα πρόσωπα και αποτελούν όμιλο επιχειρήσεων. Άρα π.χ. η εταιρεία Α που ανήκει στον όμιλο όταν θα διανείμει μέρισμα, το μέρισμα αυτό θα το εισπράξει η εταιρεία Δ η οποία εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει ο Κ.Φ.Ε. μπορεί να απαλλαγεί από την υποχρέωση πληρωμής 15% ως φόρο μερίσματος.
Ο σκοπός της εταιρίας holding είναι σύμφωνα με το καταστατικό της η διοίκηση ανωνύμων εταιριών αποκτώντας την κυριότητα της πλειοψηφίας των μετοχών τους. Με Γνωμοδότησή του το Ν.Σ.Κ. ορίζει πως “(h)olding θεωρείται γενικώς η εταιρία η οποία δεν ασκεί αυτή αμέσως κάποια εμπορική δραστηριότητα αλλά περιορίζεται στον έλεγχο άλλων εταιριών”.
Στη περίπτωση των Κυπριακών μάλιστα holdings πλεονέκτημα είναι η ευκολία με την οποία ιδρύονται αλλά κυρίως το ότι έχουν μηδενικό φόρο στα μερίσματα.
Οι κύριες χρήσεις των εταιρειών Holdings στην Κύπρο σχετίζονται με:
Ως «ενδιάµεσες» θυγατρικές εταιρειών / οµίλων που ενδιαφέρονται για την ελαχιστοποίηση των «φορολογικών διαρροών» κατά τον επαναπατρισµό των αποδόσεων των επενδύσεων τους εκμεταλλευόμενοι το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς και τις διακρατικές συµβάσεις της Κύπρου.
Ως «ενδιάµεσες» θυγατρικές εταιρειών PHC (personal holding companies) για επενδύσεις φυσικών προσώπων – για άτοµα µε υψηλά εισοδήματα ή/και μεγάλη περιουσία.
Πατώντας λοιπόν πάνω στο ευεργετικό καθεστώς που επιφυλάσσει η Κυπριακή Δημοκρατία για τις εταιρείες αυτές, οι εν λόγω επιτήδειοι καλούν κάθε ενδιαφερόμενο να ιδρύσει στο εξωτερικό (κυρίως Κύπρο) μια τέτοια εταιρεία και να μεταβιβάσει σε αυτήν το εταιρικό κεφάλαιο της Ελληνικής τους Εταιρείας διαλαλώντας πως η κυπριακή Holding θα λάβει το μέρισμα της ελληνικής αφορολόγητο και στη συνέχεια η Holding θα το διανείμει ξανά αφορολόγητο.
Αυτό όμως είναι η μισή αλήθεια, διότι είτε αγνοούν ή σκοπίμως αποκρύπτουν τις διατάξεις του άρθρου 66 του ίδιου νόμου (4172/2013) περί ελεγχόμενων αλλοδαπών επιχειρήσεων (Ε.Α.Ε.).
Στο άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) ορίζονται οι κανόνες που έχει θεσπίσει το Ελληνικό Δημόσιο και αποκτά τη δυνατότητα να φορολογήσει αυτοβούλως με τους ισχύοντες -στην Ελλάδα- φορολογικούς συντελεστές τα μη διανεμηθέντα κέρδη αλλοδαπού νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, στο όνομα του κυρίου μετόχου του, Έλληνα φορολογουμένου, φυσικού προσώπου ή επιχείρησης, εφόσον σωρευτικά:
α) ο Έλληνας φορολογούμενος συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα με ποσοστό άνω του 50% στην Ε.Α.Ε.
β) η Ε.Α.Ε. βρίσκεται σε κράτος μη συνεργάσιμο ή υπάγεται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς (π.χ. Κύπρος και Βουλγαρία)
γ) άνω του 30% του εισοδήματος της Ε.Α.Ε. προέρχεται από παθητικά εισοδήματα, δηλαδή τόκους, μερίσματα, δικαιώματα, εισόδημα ακινήτων, ασφαλιστικές, τραπεζικές, διάφορες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες και προέρχεται κατά το ήμισυ τουλάχιστον από συναλλαγές με συνδεδεμένες επιχειρήσεις και τέλος
δ) η Ε.Α.Ε. δεν είναι εισηγμένη σε οργανωμένη αγορά.
Πέραν του άρθρου 66, το Ελληνικό Δημόσιο ακολουθώντας τις Διεθνείς Πρακτικές, στην προσπάθειά του να σταματήσει την φοροαποφυγή, προσπαθεί να την αποτρέψει με την φορολόγηση των κερδών τα οποία μπορούν να σταλούν προς φορολόγηση στην αλλοδαπή, ακόμη και σε κράτη της Ε.Ε. με τον έλεγχο της πραγματικής τους εγκατάστασης. Ρητά αναφέρεται στο άρθρο 4 παρ. 4 του Ν.4172/2013 ποιες είναι οι προϋποθέσεις της πραγματικής εγκατάστασης μιας εταιρείας. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η έδρα στην αλλοδαπή υφίσταται μόνο για φορολογικούς λόγους, δύναται να ζητήσει την φορολόγηση των κερδών στην Ελλάδα. Όταν αναφερόμαστε σε υπόσταση εννοούμε:
• Τον τόπο συνεδρίασης του Δ.Σ.
• Την πραγματική Διοίκηση (τόπος υπογραφής συμβάσεων και πρακτικών εταιρείας)
• Εγκαταστάσεις (π.χ. κτηριακές)
• Κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών
• Φορολογική κατοικία μελών Δ.Σ.
Επιπλέον, στο άρθρο 38 του ν. 4174/2013 προβλέπεται η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης κατά τον προσδιορισμό φόρου να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα. Ως «διευθέτηση» νοείται κάθε συναλλαγή, δράση, πράξη, συμφωνία, επιχορήγηση, συνεννόηση, υπόσχεση, δέσμευση ή γεγονός. Μια διευθέτηση μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από ένα στάδια ή μέρη. Με λίγα λόγια αν η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώσει πως ο φορολογούμενος έχει προβεί στη σύσταση εταιρείας στην αλλοδαπή (ακόμη και εντός της Ε.Ε.), ακόμη και αν δεν είναι χώρα με προνομιακό φορολογικό καθεστώς όπως π.χ. η Αγγλία, τότε είναι δυνατόν να θεωρήσει πως πρόκειται για προσπάθεια φοροαποφυγής εφόσον κρίνει πως η εν λόγω εταιρεία στην αλλοδαπή δεν έχει πραγματική υπόσταση με βάση τα κριτήρια της προηγούμενης παραγράφου.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι δεν ισχυριζόμαστε πως η επιλογή της ίδρυσης εταιρείας σε Τρίτη χώρα δεν μπορεί να είναι ευνοϊκή για τον ενδιαφερόμενο. Οι φορολογικές κλίμακες στις χώρες αυτές πράγματι είναι καλύτερες των ελληνικών και μπορούν να αποβούν σωτήριες για ορισμένους. Όμως, πρέπει να γίνει αντιληπτό πως η επιλογή της ίδρυσης ή μεταφοράς της έδρας μιας επιχείρησης σε Τρίτη χώρα πρέπει να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις. Οι ανοιχτές προσκλήσεις που γίνονται από κάποιους επιτήδειους και με τις οποίες καλούν όλο τον κόσμο να έρθει και να ιδρύσει έτσι απλά μια επιχείρηση στην Βουλγαρία ή στην Κύπρο αποσκοπούν στο να αποσπάσουν κάποια χρήματα, ενώ ο φορολογούμενος θα βρεθεί στο τέλος υπόλογος στις φορολογικές αρχές. Πρέπει λοιπόν κάθε σχετική επιλογή να γίνεται στοχευμένα και με ευθύνη και απαιτείται μια ορθολογική και σφαιρική εκτίμηση της κατάστασης πριν κανείς οδηγηθεί σε ατραπούς που μπορεί να διαφημίζονται ως επικερδείς αλλά μπορούν να αποβούν επιζήμιες.
Comments
No comment yet.