Η υπόθεση με τον «γάμο της χρονιάς» κατέδειξε μεταξύ πολλών άλλων ότι φορολογούμενοι-επιχειρηματίες χρησιμοποιούν την ανάλωση κεφαλαίου για να αμυνθούν έναντι της φορολογικής διοίκησης και των ελεγκτών όταν διαπιστώνονται αγορές περιουσιακών στοιχείων, ενώ την ίδια στιγμή δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα ή ακόμα και ζημιές για πολλές χρήσεις. Το θέμα της ανάλωσης κεφαλαίου έχει απασχολήσει το οικονομικό επιτελείο και την ΑΑΔΕ, καθώς η δικαιολογία αυτή δημιουργεί τεράστια προβλήματα και επί της ουσίας «δένει τα χέρια» των ελεγκτών.
Η προσπάθεια εντοπισμού όσων δηλώνουν εισοδήματα για παράδειγμα έως 10.000 ευρώ και οι οποίοι επί της ουσίας αποκρύβουν τα πραγματικά τους εισοδήματα, προσκρούει σε διάφορες διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας. Συγκεκριμένα, πολλοί εξ αυτών θα επικαλεστούν για να καλύψουν αγορές κατοικιών και αυτοκινήτων ή τον τρόπο διαβίωσης τους την ανάλωση κεφαλαίων προηγουμένων ετών. Στις σκέψεις της κυβέρνησης είναι να υπάρξουν αλλαγές στο άρθρο 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013), το οποίο ορίζει ότι όλοι οι φορολογούμενοι μπορούν να καλύψουν την όποια πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος προκύπτει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων (λόγω του ότι το τεκμαρτό εισόδημα που προσδιορίζεται από την Εφορία με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν εισόδημα), επικαλούμενοι εισοδήματα και έσοδα δηλωθέντα ακόμα και πριν από πάρα πολλά χρόνια.
Μία από τις προτάσεις που συζητείται προβλέπει ότι όταν οι φορολογούμενοι επικαλούνται την ανάλωση κεφαλαίων προηγούμενων ετών για να γλιτώσουν πρόσθετους φόρους και πρόστιμα, η φορολογική διοίκηση να αφαιρεί δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν και δεν λαμβάνονται σήμερα υπ’ όψιν.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση που κάποιος έχει επικαλεστεί ανάλωση κεφαλαίων ύψους 30.000 ευρώ για την κάλυψη τμήματος για την αγορά ακινήτων, οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ θα ξεκινούν την αφαίρεση.
Από το ποσό των 30.000 ευρώ θα αφαιρούν τις δαπάνες που έγιναν με πιστωτικές κάρτες.
Επίσης, θα αφαιρούνται οι φόροι που πληρώθηκαν, καθώς και τα ενοίκια που καταβλήθηκαν (επίσης δεν αφαιρούνται).
Έτσι, λοιπόν, το αρχικό ποσό των 30.000 ευρώ μπορεί να μειωθεί κατά 3.000 ευρώ για δαπάνες πιστωτικών καρτών, 1.000 ευρώ για φόρους και 5.000 ευρώ για μισθώματα.
Το ποσό που απομένει και εν προκειμένω τα 21.000 ευρώ θα δέχεται η Εφορία ως ανάλωση κεφαλαίου.
Comments
No comment yet.