-
-
ΕΥΘΥΝΗ ΣΥΝΕΤΑΙΡΩΝ ΓΙΑ ΧΡΕΗ ΠΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Α.) Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγρ. 1. 3 και 7 του Ν. 1667/1986 "περί αστικών συνεταιρισμών και άλλων διατάξεων" ο αστικός συνεταιρισμός είναι εκούσια ένωση προσώπων με οικονομικό σκοπό, η οποία χωρίς να αναπτύσσει δραστηριότητες αγροτικής οικονομίας, αποβλέπει ιδίως με τη συνεργασία των μελών του στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη των μελών του και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους γενικά μέσα σε μια κοινή επιχείρηση. Από την καταχώριση δε του καταστατικού του στο μητρώο συνεταιρισμών του ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει, αποκτά νομική προσωπικότητα και εμπορική ιδιότητα. Η περιουσία του αποτελείται από το χρηματικό ποσό το οποίο συγκεντρώνεται από τις εισφορές των συνεταίρων και αυξομειώνεται ανάλογα με τον εκάστοτε αριθμό των μελών του. Επειδή, ως εκ τούτου, δεν έχει μόνιμο και σταθερό κεφάλαιο, αφού αυτό μεταβάλλεται ανάλογα με την αυξομείωση των μελών του, η φερεγγυότητά του και η προστασία των τρίτων - πιστωτών του εξασφαλίζεται με την καθιέρωση ευθείας, προσωπικής και αλληλέγγυας με αυτόν ευθύνης των μελών που τον απαρτίζουν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 4 του ίδιου ως άνω νόμου (1667/1986), κατά την οποία, οι συνεταίροι ευθύνονται εις ολόκληρον για τα χρέη του συνεταιρισμού, στο μεν συνεταιρισμό απεριόριστης ευθύνης απεριόριστα, στο δε συνεταιρισμό περιορισμένης ευθύνης, μέχρι ένα ορισμένο ποσό που καθορίζεται στο καταστατικό και είναι ίσο ή πολλαπλάσιο της αξίας κάθε συνεταιριστικής μερίδας.
Β) Σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του νόμου (άρθρο 1 παρ. 7 Ν. 1667/1986, καθώς επίσης άρθρο 1 παρ. 2 Ν. 2169/1993), ο συνεταιρισμός είναι νομικό πρόσωπο που έχει την εμπορική ιδιότητα, εταιρία κατά συνέπεια του εμπορικού δικαίου που είναι από τον τύπο της εμπορική. Τη νομική προσωπικότητα αποκτά ο συνεταιρισμός από την καταχώριση στο μητρώο των συνεταιρισμών, που τηρείται στο Ειρηνοδικείο της περιφέρειας, όπου έχει την έδρα του (άρθρο 1 παρ. 7 Ν. 1667/1986). Σαν νομικό πρόσωπο ο συνεταιρισμός αποτελεί οντότητα διαφορετική και ανεξάρτητη από τα μέλη του. Είναι φορέας αυτοτελών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, φέρει ιδία επωνυμία και έδρα, ιδία περιουσία, καθώς επίσης έχει τη δυνατότητα να είναι διάδικος και υποκείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης (Παμπούκης, Δικ. Εμπ. Ετ., Γενικό μέρος, σελ. 346). Τέλος, διαθέτει όργανα που διαμορφώνουν και στη συνέχεια εκφράζουν προς τα έξω τη δική τους βούληση. Παράλληλα, ο συνεταιρισμός είναι εταιρία προσωπική. Ο χαρακτήρας αυτός προκύπτει από το γεγονός ότι για την πραγματοποίηση του σκοπού του στηρίζεται, κατά κύριο λόγο, στην προσωπική συμβολή των συνεταίρων (Παμπουκης, ό.π., σελ. 37). Επιπλέον, οι αστικοί συνεταιρισμοί γνωρίζουν τη διάκριση σε συνεταιρισμούς περιορισμένης και απεριόριστης ευθύνης των συνεταίρων για τα χρέη του συνεταιρισμού. Κατά τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 4 Ν. 1667/1986, οι συνεταίροι ευθύνονται εις ολόκληρον για τα χρέη του συνεταιρισμού και στον μεν συνεταιρισμό απεριόριστης ευθύνης απεριόριστα, ενώ στον συνεταιρισμό περιορισμένης ευθύνης μέχρι ένα ορισμένο ποσό που καθορίζεται στο καταστατικό και είναι ίσο ή πολλαπλάσιο της αξίας κάθε συνεταιριστικής μερίδας. Η ευθύνη των συνεταίρων θεωρείται αναπόφευκτη συνέπεια της έλλειψης ενός μόνιμου και σταθερού κεφαλαίου στον συνεταιρισμό, σαν μέσο προστασίας των τρίτων-πιστωτών του (Κιντή ςΚ.., Δίκαιο συνεταιρισμών, 1995, τεύχ. Β , Μέρος α , σελ. 90). Περαιτέρω, η συνεταιριστική μερίδα έχει περιεχόμενο διττής φύσεως, περιγράφει αφενός μεν το ελάχιστο ποσό συμμετοχής του κάθε συνεταίρου στον σχηματισμό του κεφαλαίου του συνεταιρισμού και αφετέρου την εταιρική συμμετοχή στον συνεταιρισμό, την έννομη δηλαδή σχέση που συνδέει ένα πρόσωπο με τον συνεταιρισμό. Η εταιρική μερίδα είναι συγχρόνως το μέτρο της συμμετοχής του κάθε εταίρου στην άσκηση των εταιρικών δικαιωμάτων, αλλά και το μέτρο ανάλογης επιβάρυνσής του με τις εταιρικές υποχρεώσεις. Η συνεταιριστική μερίδα με την έννοια του ορισμένου χρηματικού ποσού που εισφέρει ο συνεταίρος, παριστά το ελάχιστο ποσό συμμετοχής του στον συνεταιρισμό. Το άρθρο I Ν. 1667/1986 αναφέρει ότι κάθε συνεταίρος εγγράφεται για μία συνεταιριστική μερίδα, που καθορίζεται από το καταστατικό, δηλαδή ο συνεταίρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει την αξία της σε χρήμα στον συνεταιρισμό (Τζίβα Ε., Η εταιρική συμμετοχή στο συνεταιρισμό και ειδικότερα τα δικαιώματα των συνεταίρων, 1997, σελ. 65, 69, 77, 78, 80).
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΕΥΘΥΝΗ ΣΥΝΕΤΑΙΡΩΝ ΓΙΑ ΧΡΕΗ ΠΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Περαιτέρω, στο άρθρο 37 του καταστατικού του συνεταιρισμού Χ ορίζεται ότι: «1. Κάθε μέλος συμμετέχει υποχρεωτικά στο κεφάλαιο του συνεταιρισμού με το ποσό των 440,21 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μία συνεταιριστική μερίδα. Η εισφορά της συνεταιριστικής μερίδας γίνεται μέσα σ’ ένα μήνα από την καταχώρηση του συνεταιρισμού ή από την εγγραφή του συνεταίρου. 2. Η συνεταιριστική μερίδα είναι αδιαίρετη και ίση για όλους τους συνεταίρους», ενώ στο άρθρο 7 του ίδιου καταστατικού ορίζεται ότι: «Οι συνεταίροι έχουν τις ακόλουθες υποχρεώσεις: α) Να ευθύνονται έναντι του συνεταιρισμού και των πιστωτών αλληλεγγύως για ποσό ίσο με το τετραπλάσιο του ποσού στο οποίο ανέρχονται όλες οι μερίδες, για τις οποίες εγγράφηκε κάθε συνεταίρος», δηλαδή για ποσό που αντιστοιχεί στο τετραπλάσιο της συνεταιριστικής μερίδας του καθενός και ανέρχεται σε 1.760,84 (440,21 ευρώ x 4) ευρώ. Οι διατάξεις αυτές εναρμονίζονται αναφορικά με την ευθύνη των μελών των συνεταιρισμών περιορισμένης ευθύνης προς τους όρους της διάταξης του άρθρου 4 παρ. 4 ν. 1667/1986. Σύμφωνα μ’ αυτό, όπως ήδη στη μείζονα σκέψη αναφέρεται, «ο συνεταίρος ευθύνεται εις ολόκληρον για τα χρέη του συνεταιρισμού έναντι των τρίτων ... ως ένα ορισμένο χρηματικό ποσό που ορίζεται από το καταστατικό (συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης) και είναι ίσο ή πολλαπλάσιο της αξίας κάθε συνεταιριστικής μερίδας». Από τις διατάξεις αυτές αλλά και τα άνω άρθρα του καταστατικού, στα οποία δεν ορίζεται κάτι διαφορετικό, συνάγεται ότι τα μέλη του συνεταιρισμού περιορισμένης ευθύνης ευθύνονται αλληλεγγύως και σε ολόκληρο μετά του συνεταιρισμού, μέχρις ορισμένου ποσού κατά συνεταιριστική μερίδα, έναντι καθενός των δανειστών του συνεταιρισμού, και όχι ότι ευθύνονται με την εκάστοτε αξία της μερίδας ή της συνεισφοράς τους, με την καταβολή της οποίας λήγει και η ευθύνη τους. Επομένως, το μέτρο της ευθύνης του μέλους του συνεταιρισμού έναντι οποιοσδήποτε τρίτου δανειστή του ανέρχεται στο ποσό των 1.760,84 [(440,21 ευρώ (συνεταιριστική μερίδα) x 4] ευρώ και όχι, όπως αβάσιμα υποστηρίζουν οι εκκαλούντες, στο ύψος της πραγματικής αξίας της συνεταιριστικής τους μερίδας με βάση την καθαρή περιουσία του συνεταιρισμού, όπως αυτή προκύπτει από τον ισολογισμό της τελευταίας χρήσης, καθώς ο ανωτέρω τρόπος υπολογισμού προκύπτει αδιάσειστα από τις διατάξεις του καταστατικού του ανωτέρω συνεταιρισμού. Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι, όπως προαναφέρθηκε, οι εκκαλούντες ως μέλη του συνεταιρισμού ευθύνονται έναντι της εφεσίβλητης, τόσο από τον νόμο όσο και το καταστατικό, σε ολόκληρο με τον συνεταιρισμό μέχρι του ανωτέρω πολλαπλάσιου της αξίας της συνεταιριστικής τους μερίδας ποσού, γεννάται δηλαδή μεταξύ τους παθητική σε ολόκληρο ενοχή και ο δεσμός που συνδέει τόσο τον συνεταιρισμό με τα μέλη του όσο και τα μέλη μεταξύ τους είναι αυτός της απλής ομοδικίας (ΕΡΝΟΜΑΚ Β. Βαθρακοκοίλης, υπ’ άρθρ. 481, 482, σελ. 700). Συνεπώς, όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με παρόμοιες αιτιολογίες στην αυτή κρίση κατέληξε και έκανε δεκτή, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, την αγωγή, υποχρεώνοντας καθένα των εκκαλούντων σε καταβολή, από το ποσό των 38.097,58 ευρώ, ποσού 1.760,84 ευρώ, σε ολόκληρο με τον συνεταιρισμό, με τον νόμιμο τόκο από της παρέλευσης της 30νθήμερης προθεσμίας από την έκδοση εκάστου τιμολογίου, ορθώς τον νόμο εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και δεν έσφαλε
-
Απαιτούμενα δικαιολογητικά σύστασης Ενεργειακής Κοινότητας.
- Το καταστατικό της Ενεργειακής Κοινότητας, νόμιμα υπογεγραμμένο από όλα τα ιδρυτικά μέλη και χρονολογημένο, το οποίο αποτυπώνει την τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 2 και έχει το ελάχιστο περιεχόμενο του άρθρου 5 σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4513/2018 (σε 1 αντίγραφο).
- Το πρακτικό ίδρυσης της ενεργειακής κοινότητας και ορισμού της προσωρινής διοικητικής επιτροπής, νόμιμα υπογεγραμμένο από όλα τα ιδρυτικά μέλη και χρονολογημένο (σε 1 αντίγραφο).
- Τον πίνακα μελών της προσωρινής διοικητικής επιτροπής, νόμιμα υπογεγραμμένο και χρονολογημένο (σε 1 αντίγραφο).
- Φωτοαντίγραφα δελτίων ταυτότητας των φυσικών προσώπων – μελών.
- Πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης όλων των φυσικών προσώπων – μελών, από τα οποία προκύπτει ότι μέλη του συνεταιρισμού με ποσοστό πάνω από το 50% είναι δημότες Δήμου της ΠΕ ..
- Bεβαιώσεις Ε9 εκτυπωμένες από το taxisnet από τις οποίες προκύπτει ότι μέλη του συνεταιρισμού με ποσοστό πάνω από το 50% έχουν πλήρη ή ψιλή κυριότητα ή επικαρπία σε ακίνητο το οποίο βρίσκεται εντός της Περιφέρειας της έδρας της Εν. Κοιν. ως προβλέπεται από τον νόμο (άρθρο 2 παρ.3 του Ν. 4513/2018).
- Υπεύθυνες δηλώσεις όλων των μελών με γνήσιο υπογραφής από ΚΕΠ ή από gov.gr με το εξής κείμενο: “έχω πλήρη ικανότητα για δικαιοπραξία, δεν τελώ υπό απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη και δεν είμαι μέλος σε άλλο συνεταιρισμό με την ίδια έδρα και τον ίδιο σκοπό με την υπό σύσταση………… (επωνυμία ενεργειακής)” .
- Καταστατικό σύστασης σε word
-
30490/31-03-2023
Ενημέρωση σχετικά με τις αλλαγές στις Ενεργειακές ΚοινότητεςΑθήνα, 31-03-2023
Αριθ. Πρωτ. : 30490 – 31-03-2023ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥΘΕΜΑ: Ενημέρωση σχετικά με τις αλλαγές στις Ενεργειακές Κοινότητες
Σας ενημερώνουμε ότι κατόπιν της ψήφισης του ν. 5037/2023 (Α’ 78 ), σε ό,τι αφορά στις αρμοδιότητες των ΥΓΕΜΗ, επήλθαν οι εξής αλλαγές:
α) καταργείται η σύσταση νέων ενεργειακών κοινοτήτων του ν. 4513/2018 (Α’ 9) και
β) προβλέπεται η δημιουργία δυο νέων νομικών τύπων, των Κοινοτήτων Ανανεώσιμης Ενέργειας (Κ.Α.Ε.) και Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών (Ε.Κ.Π.), οι οποίες συστήνονται από τις Υπηρεσίες μιας Στάσης και εγγράφονται στο Γ.Ε.ΜΗ.. Ειδικότερα:Α. Αλλαγές σχετικά με τις Ενεργειακές Κοινότητες Ν. 4513/2018
Σύμφωνα με το άρθρο 62 του ν. 5037/2023 από την 1η Απριλίου 2023 καταργείται το άρθρο 7 του ν. 4513/2018 «περί σύστασης ενεργειακών κοινοτήτων» και συνεπώς δεν υφίσταται πλέον η δυνατότητα νέας σύστασης. Σε ό,τι αφορά στις υφιστάμενες Ενεργειακές Κοινότητες, μπορούν:
i. είτε να συνεχίσουν κανονικά τη λειτουργία τους, σύμφωνα με τον ν. 4513/2018,
ii. είτε να μετατραπούν σε Κοινότητες Ανανεώσιμης Ενέργειας σύμφωνα με τα άρθρο 6ΙΖ του ν. 3468/2002 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 61 του ν. 5037/2023), υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 6Γ του ν. 3468/2006.
iii. είτε να μετατραπούν σε Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών σύμφωνα με το άρθρο 47ΙΖ του ν. 4001/2011 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 103 του ν. 5037/2023), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 47Β του ν. 4001/2011 (Α’ 179).Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 6ΙΖ του ν. 4513/2018 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 61 του ν. 5037/2023) οι Ενεργειακές Κοινότητες από τη 1η Νοεμβρίου 2023 δεν επιτρέπεται να υποβάλλουν νέες αιτήσεις για Βεβαίωση Παραγωγού ή για Οριστική Προσφορά Σύνδεσης σε περίπτωση Εξαιρούμενων Σταθμών.
Β. Κοινότητες Ανανεώσιμης Ενέργειας (Κ.Α.Ε.)
Με τον ν. 5037/2023 προστίθεται κεφάλαιο ΒΑ’ στον ν. 3468/2006 (Α’ 129) στο οποίο προβλέπεται η δημιουργία της νομικής μορφής Κοινότητα Ανανεώσιμης Ενέργειας (Κ.Α.Ε). Η Κ.Α.Ε. είναι αστικός συνεταιρισμός του ν. 1667/1986 που αποκτά νομική προσωπικότητα και εμπορική ιδιότητα με την σύσταση και καταχώριση του καταστατικού στο Γ.Ε.ΜΗ. Πρωταρχικός σκοπός της Κ.Α.Ε. δεν είναι το οικονομικό κέρδος, αλλά η προσφορά στα μέλη της και στις τοπικές περιοχές δραστηριοποίησής της, περιβαλλοντικού, οικονομικού και κοινωνικού οφέλους. Η σύσταση των Κ.Α.Ε. πραγματοποιείται στις Υπηρεσίες μιας Στάσης σύμφωνα με άρθρο 6Ζ του Ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 51 του ν. 5037/2023).
Κατά τη σύσταση, εφιστάται ιδιαίτερη προσοχή στα εξής:
α) στα σημεία διαφοροποίησης της Κ.Α.Ε. από τον ν. 1667/1986, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 6Β του ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 46 του ν. 5037/2023),
β) στο έλεγχο της ιδιότητας των μελών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα της παρ. 2 του άρθρου 6Γ του ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 47 του ν. 5037/2023),
γ) στον έλεγχο του ποσοστού των συμμετεχόντων, κατά τα οριζόμενα της παρ. 4 του άρθρου 6Γ του ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 47 του ν. 5037/2023),
δ) στον έλεγχο της εγγύτητας των μελών. Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 6Γ του ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 47 του ν. 5037/2023), η Κ.Α.Ε. τελεί υπό τον ουσιαστικό έλεγχο των μελών της, τα οποία παρουσιάζουν εγγύτητα, κατά την περ. 16β του άρθρου 2 του ν. 3468/2006. Η εγγύτητα των μελών ελέγχεται κατά τη σύσταση της Κ.Α.Ε. και θεμελιώνεται ως εξής:Για τα μέλη- φυσικά πρόσωπα
Με την προσκόμιση συμβολαιογραφικών εγγράφων ή δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) που αποδεικνύουν την πλήρη ή ψιλή κυριότητα ή επικαρπία σε ακίνητο, εντός της περιφέρειας δραστηριοποίησης ή ανάπτυξης του έργου ανανεώσιμης ενέργειας της Κ.Α.Ε. ή με την προσκόμιση πιστοποιητικών οικογενειακής κατάστασης από τα οποία να προκύπτει πως πρόκειται για δημότες δήμου της περιφέρειας, εντός της οποίας η Κ.Α.Ε. δραστηριοποιείται ή αναπτύσσει το έργο ανανεώσιμης ενέργειας.
Για τα μέλη -Νομικά πρόσωπα
Με την προσκόμιση του καταστατικού, από το οποίο να προκύπτει πως η καταστατική έδρα βρίσκεται σε περιφέρεια που δραστηριοποιείται η Κ.Α.Ε. ή αναπτύσσει το έργο Κ.Α.Ε.,
ε) στην έλεγχο του καταστατικού σε ό,τι αφορά το ελάχιστο υποχρεωτικό περιεχόμενο σύμφωνα με το άρθρο του άρθρου 6ΣΤ του ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με τα άρθρο 50 του ν. 5037/2023),
στ) στον έλεγχο της συμμετοχής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο οποίος πραγματοποιείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 του ν. 4308/2014 (Α’ 251),
ζ) τον έλεγχο των δραστηριοτήτων οι οποίες θα πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνονται στις παρ. 2-4 του άρθρου 6 Ε του ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 49 του ν. 5037/2023),
η) στον έλεγχο της δραστηριοποίησης, η οποία θα πρέπει υποχρεωτικά να πραγματοποιείται εντός μιας (1) περιφέρειας.Ειδικά ως προς την εν λόγω υποχρέωση στον ορισμό της παρ. 6α του άρθρου 40 του ν. 5037/2023 αναφέρονται τα εξής: «Ειδικά για τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών ή τις Κοινότητες Ανανεώσιμης Ενέργειας ή τις Ενεργειακές Κοινότητες του ν. 4513/2018 (Α’ 9), οι σταθμοί παραγωγής μπορούν να εγκαθίστανται σε οποιαδήποτε περιφέρεια, ανεξαρτήτως πού βρίσκονται οι εγκαταστάσεις κατανάλωσης και η έδρα της Κοινότητας και επιπλέον οι εγκαταστάσεις κατανάλωσης δεν υποχρεούνται να βρίσκονται όλες στην ίδια περιφέρεια, υπό την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρου 6Γ του παρόντος, της παρ. 4 του άρθρου 47Δ του ν. 4001/2011 (Α’ 179) και των παρ. 3 του άρθρου 2 και 3 του άρθρου 12 του ν. 4513/2018, ως προς την εγγύτητα των μελών της Κοινότητας. Ειδικά για περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, όπου το πενήντα τοις εκατό (50%) συν ένα των μελών έχουν εγγύτητα στην Περιφέρεια Αττικής, ο σταθμός παραγωγής μπορεί να εγκαθίσταται και σε όμορη περιφέρεια αυτής»
Συνεπώς, μπορεί να υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ του τόπου εγκατάστασης των σταθμών παραγωγής, των σταθμών κατανάλωσης και της έδρας της Κοινότητας (για παράδειγμα μπορεί η έδρα της Κοινότητας να είναι η Άρτα- όπου θα γίνει και η σύσταση, αλλά ο τόπος παραγωγής να είναι η Κοζάνη, για την οποία ισχύουν οι περιορισμοί της δραστηριοποίησης των μελών εντός μιας (1) Περιφέρειας).
Γ) Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών (Ε.Κ.Π.)
Με το κεφάλαιο Ζ του ν. 5037/2023 προστίθεται τροποποιείται ο ν. 4001/2011 και προβλέπεται η ίδρυση Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών (Ε.Κ.Π.). Η Ε.Κ.Π. είναι αστικός συνεταιρισμός του ν. 1667/1986 που αποκτά νομική προσωπικότητα και εμπορική ιδιότητα με την σύσταση και καταχώριση του καταστατικού στο Γ.Ε.ΜΗ. Πρωταρχικός σκοπός της Κ.Α.Ε. να προσφέρει περιβαλλοντικό, οικονομικό και κοινωνικό όφελος και όχι οικονομικό κέρδος, σε επίπεδο κοινότητας για τα μέλη της ή τις τοπικές περιοχές δραστηριοποίησής της.
Κατά τη σύσταση, εφίσταται ιδιαίτερη προσοχή στα εξής:
α) στα σημεία διαφοροποίησης της Κ.Α.Ε. από τον ν. 1667/1986, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 47Α (όπως προστίθεται με το άρθρο 87 του ν. 5037/2023),
β) στον ουσιαστικό έλεγχο της ιδιότητας των μελών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα της παρ. 2 του άρθρου 47Β του ν. 4001/2011 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 88 του ν. 5037/2023),
γ) στον έλεγχο του ποσοστού των συμμετεχόντων, κατά τα οριζόμενα της παρ. 3 του άρθρου 47Β του ν. 4001/2011 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 88 του ν. 5037/2023),
δ) στην έλεγχο του καταστατικού σε ό,τι αφορά το ελάχιστο υποχρεωτικό περιεχόμενο σύμφωνα με το άρθρο 47Ε του ν. 4001/2011 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 91 του ν. 5037/2023),
ε) τον έλεγχο των δραστηριοτήτων οι οποίες θα πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνονται στις παρ. 2-4 του άρθρου 47Δ του ν. 4001/2011 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 90 του ν. 5037/2023),
στ) Οι Ε.Κ.Π δραστηριοποιούνται εντός μιας (1) ή περισσοτέρων περιφερειών τηρουμένου του κριτηρίου ουσιαστικού ελέγχου της παρ. 4 του άρθρου 47Β.Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 6ΙΒ του Ν. 3468/2006 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 56 του ν. 5037/2023) και την παρ. 5 του άρθρου 47Ι του Ν. 4001/2011 (όπως προστέθηκε με το άρθρο 96 του ν. 5037/2023) απαγορεύεται κάθε είδους συμμετοχή τόσο της Κ.Α.Ε. όσο και τις Ε.Κ.Π. σε εταιρικό μετασχηματισμό με οποιαδήποτε ιδιότητα, ιδίως ως απορροφώμενη, απορροφώσα, συγχωνευόμενη, διασπώμενη, εισφέρουσα, επωφελούμενη, συνιστώμενη (νέα) ή μετατρεπόμενη.
Τέλος, διευκρινίζεται ότι όπου στον ν. 5037/2023 αναφέρεται το Μητρώο Κοινοτήτων Ανανεώσιμης Ενέργειας και Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών νοείται το Γ.Ε.ΜΗ.
Για όσα θέματα δεν ορίζονται ειδικότερα στο νέο νόμο οι Κ.Α.Ε. και οι Ε.Κ.Π. διέπονται συμπληρωματικά από τον ν. 1667/1986.
Παρακαλούμε όπως μελετηθούν προσεκτικά οι δυο νέες νομικές μορφές και αποσταλούν ερωτήματα στην Υπηρεσία μας προκειμένου να εκδοθεί εγκύκλιος, σε συνεργασία με την καθ’ ύλην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος.
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Ο προϊστάμενος του Τμήματος Εξυπηρέτησης Κοινού και Πρωτοκόλλου
Κ.Α.Α.
ΓΟΝΙΔΑΚΗ ΚΑΤΕΡΙΝΑΟ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ